Ασαφέτιδα
Ασαφέτιδα
Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι FERULA assafoetida (Φέρουλα η ασαφέτιδα). Ανήκει στην οικογένεια των Σκιαδοφόρων. Δηλαδή ανήκει στην ίδια οικογένεια όπως ο άνηθος, ο μαϊντανός, το σέλινο και το μάραθο. Στην εμφάνιση του μοιάζει με το μάραθο αλλά η δυσοσμία που αναδύει είναι χαρακτηριστική.
Είναι ιθαγενές του Δυτικού Αφγανιστάν και του Ανατολικού Ιράν.
Είναι ένα ποώδες πολυετές φυτό που το ύψος του φτάνει μέχρι 2 μέτρα. Στέλεχος συμπαγές με μίσχους οι οποίοι στη βάση του φυτού έχουν διάμετρο 5-8 εκατοστά. Φύλλα με μήκος 30-40 εκατοστά. Άνθη κίτρινου χρώματος σε μεγάλα σκιάδια.
Η ονομασία ασαφέτιδα προέρχεται από το περσικό «aso» που σημαίνει ρητίνη και το λατινικό «Foetida» που αναφέρεται στην ισχυρή θειώδη οσμή του φυτού.
Για θεραπευτικούς σκοπούς και το μαγείρεμα χρησιμοποιείται η ρητίνη που προέρχεται από τις ρίζες και τα ριζώματα του φυτού. Όταν είναι φρέσκια έχει λευκό γκρίζο χρώμα που με την πάροδο του χρόνου γίνεται κίτρινο και μετά καφέ.
Στο εμπόριο η ρητίνη βρίσκεται υπό μορφή κρυσταλλικής ή λεπτής κίτρινης σκόνης ή σε τεμάχια ως τσίχλα. Η μυρωδιά της είναι έντονη όπως των σάπιων κρεμμυδιών. Όταν όμως χρησιμοποιείται στο μαγείρεμα (σε πολύ μικρές ποσότητες), η μυρωδιά αυτή διαλύεται αφήνοντας μία λεπτή γεύση σκόρδου και κρεμμυδιού.
Η σκόνη που πωλείται στο εμπόριο περιέχει 30% ασαφέτιδα και το υπόλοιπο είναι σκόνη ρυζιού και αραβικό κόμμι.
Έχει μακραίωνη ιστορία χρήσης ως θεραπευτικό φυτό. Χρησιμοποιείται επίσης ως μπαχαρικό ή συντηρητικό τροφίμων.
Ιστορικά στοιχεία:
Η Ασαφέτιδα θεωρείται το βότανο που αντικατέστησε το διάσημο Σύλφιο της Κυρηναϊκής, στα παράλια της Βόρειας Αφρικής.
Το Σύλφιο ήταν ένα διάσημο βότανο της αρχαιότητας. Χρησιμοποιήθηκε από τις γυναίκες (τον 7ο π.Χ. αιώνα) ως αντισυλληπτικό μέσο. Ήταν ένα σπάνιο φυτό που αναπτύχθηκε σε μια στενή ζώνη πλάτους 50 χιλιομέτρων στις ακτές της Κυρήνης (στη σημερινή Λιβύη).
Ήταν πολύ γνωστό βότανο την εποχή εκείνη. Οι συλλογείς του βοτάνου είχαν σημαντικά έσοδα από το εμπόριο του. Η χρήση του φυτού έχει αποθανατιστεί σε Κυρηναϊκό νόμισμα της εποχής εκείνης. Το νόμισμα αναπαριστά μία γυναίκα που με το χέρι της έχει γείρει ένα κλαδί του φυτού έτσι ώστε το άνθος του να δείχνει την αναπαραγωγική της περιοχή.
Τα αρχαία κείμενα αναφέρουν το Σύλφιο ως αντισυλληπτικό μέσο. Οι γυναίκες που δεν ήθελαν να γονιμοποιήσουν έπιναν μία ποσότητα, όσο το μέγεθος ενός μπιζελιού, μία φορά τον μήνα.
Ο Διοσκουρίδης το συνιστούσε ως αντισυλληπτικό και εκτρωτικό.
Το βότανο όμως ήταν αδύνατον να καλλιεργηθεί παρά τις προσπάθειες που έκαναν. Σταδιακά με την υπεσυγκομιδή του άρχισε να γίνεται σπάνιο. Η εξαφάνισή του ήταν θέμα χρόνου και δεν άργησε να γίνει. Μέσα σε μερικές δεκαετίες το εξαίρετο αυτό φυτό εξαφανίστηκε από τη γη. Οι γυναίκες της εποχής μη μπορώντας να το βρουν πλέον στο εμπόριο στράφηκαν σε άλλα φυτά της οικογένειας Ferula.. Επέλεξαν την Ασαφέτιδα ως υποκατάστατο του Σύλφιου.
Οι στρατιώτες του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην εκστρατεία τους στην βορειοανατολική Περσία βρήκαν την Ασαφέτιδα στην οποία αναγνώρισαν μεγάλη ομοιότητα με το Σύλφιο της Κυρήνης. Με δεδομένο ότι το Σύλφιο ήταν ήδη σπάνιο, η Ασαφέτιδα έγινε στην Ελλάδα δεκτή με ικανοποίηση αν και ήταν λιγότερο γευστική. Ο Διοσκουρίδης τον 1ο αιώνα μ.Χ. έγραφε. « Το Σύλφιο της Κυρήνης ακόμη και όταν απλά το δοκιμάσεις διεγείρει όλο το σώμα και έχει πολύ υγιές άρωμα, τόσο που δεν το καταλαβαίνεις στην αναπνοή ή το αντιλαμβάνεσαι πολύ λίγο. Αυτό όμως της Περσίας είναι λιγότερο ισχυρό και έχει ασχημότερη γεύση». Μετά την εξαφάνιση του Σύλφιου, η Ασαφέτιδα έγινε δεκτή με ευχαρίστηση τόσο από τους γιατρούς όσο και από τους μάγειρες της αρχαιότητας.
Με την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η χρήση του φυτού ξεχάστηκε και μέχρι τον 16ο αιώνα είχε λησμονηθεί και η θεραπευτική και η μαγειρική του χρήση.
Η Ασαφέτιδα μετά το 1500 μ.Χ. άρχισε να χρησιμοποιείται ως βότανο και στη μαγειρική με δειλά βήματα. Το 1918 στην πανδημία της Ισπανικής γρίπης χρησιμοποιήθηκε έντονα για την καταπολέμηση αυτής της αρρώστιας που θέρισε την Ευρώπη. Χρησιμοποιήθηκε ως αντίδοτο οπίου σε οπιομανείς.
Στην Ινδία και την Περσία χρησιμοποιείται παρά την δυσάρεστη μυρωδιά της ως καρύκευμα και θεωρείται ότι ασκεί διεγερτική δράση στον εγκέφαλο. Την χρησιμοποιούν ως διεγερτικό της πέψης, για τον μετεωρισμό, τους κολικούς και ως ήπιο καθαρτικό
Συστατικά-χαρακτήρας:
Περιέχει ρητίνες (εστέρες του φερουλικού οξέος, ελεύθερο φερουλικό οξύ, ασαρεσινοτανόλες και φαρνεσιφερόλες Α,Β και C, παράγωγα κουμαρίνης και συγκροτήματα κουμαρίνης – σεσκιτερπενίων). Επίσης περιέχει αιθέριο έλαιο (ενώσεις που περιέχουν θείο με δισουλφίδια ως κύρια συστατικά). Το κόμμι του φυτού περιέχει γλυκόζη, γαλακτόζη, L-αραβινόζη, ραμνόζη και γλυκουρονικό οξύ.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιείται το κόμμι ελαιορητίνης που λαμβάνεται με τη χάραξη νωπών ριζωμάτων και ριζών. Ο Ιούνιος είναι ο μήνας τον οποίο συλλέγεται ο χυμός από φυτά τουλάχιστον 4 ετών. Οι ρίζες των φυτών που δεν έχουν λουλούδια κόβονται και εκτίθενται στη σκιά για 5-6 εβδομάδες. Στο διάστημα αυτό ο χυμός βγαίνει από την ρίζα και σκληραίνει διαμορφώνοντας την ρητίνη του φυτού.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Το βότανο δρα ως άφυσο, αντισπασμωδικό και αποχρεμπτικό.
Βοηθά σε προβλήματα μετεωρισμού και σε σπασμωδικές διαταραχές. Το μάσημα της τσίχλας του φυτού βοηθά σε προβλήματα υστερίας..
Δρα θετικά σε βρογχίτιδα, άσθμα, κοκίτη, νευρικές διαταραχές παιδιών.
Είναι χρήσιμη σε μια σειρά διαταραχών όπως λευκόρροια, επώδυνη έμμηνο ρύση, πρόωρο τοκετό, ανεπιθύμητη έκτρωση και στείρωση.
Βοηθά σε προβλήματα ανικανότητας.
Η Ασαφέτιδα ακόμη βοηθά στην καλή πέψη και νακουφίζει από πονόδοντο αναμεμιγμένη με χυμό λεμονιού.
Σύγχρονες έρευνες για την αντισυλληπτική ικανότητα του φυτού, σε πειράματα σε αρουραίους παρουσίασαν θετικά αποτελέσματα. Στις έρευνες αυτές η Ασαφέτιδα ανέστειλε εγκυμοσύνες των πειραματόζωων (που είχε προκληθεί με εμφύτευση γονιμοποιημένων ωαρίων) σε ποσοστό 40%. Το φυτό F. orientalis ανέστειλε κατά 50% ενώ το φυτό F. jaeschikaena σε ποσοστό 100%! .
Θεωρείται ότι το βότανο έχει αντιιικές ιδιότητες και έχει χρησιμοποιηθεί σε θεραπεία γρίπης και γρίπης των χοίρων.
Επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Ταιβάν αναφέρουν ότι η ρίζα του φυτού περιέχει ουσίες που σκοτώνουν τους ιούς που προκαλούν την γρίπη των χοίρων Η1Ν1.
Ένα από τα πλεονεκτήματα της ασαφέτιδας είναι η μείωση της αρτηριακής πίεσης γιατί αραιώνει το αίμα. Είναι συνεπώς καλό για ενήλικες αλλά όχι για βρέφη.
Σήμερα θεωρείται φυσική αρωματική ουσία και χρησιμοποιείται ευρέως στα τρόφιμα.
Παρασκευή και δοσολογία:
Η δοσολογία υπό μορφή σκόνης είναι 0,3 έως 1 γραμμάριο τρεις φορές την ημέρα.
Σε προβλήματα αναπνευστικών προβλημάτων χρησιμοποιούμε 3-6 εκατοστά τσίχλας του βοτάνου με 2 κουταλιές μέλι, μία κουταλιά χυμό φύλλων πιπεριάς και μισό κουταλάκι χυμό λευκού κρεμμυδιού. Το βράζουμε για 10 λεπτά και πίνουμε τρεις φορές τη ημέρα.
Προφυλάξεις:
Η υπερβολική δόση προκαλεί εμετό ή μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα σε αντιπηκτική ή αντιυπερτασική θεραπεία. Η χρήση της τσίχλας της Ασαφέτιδας έχει ως παρενέργεια την έντονη οσμή των ούρων. Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται από νήπια λόγω της οξειδωτικής επίδρασης του στην εμβρυϊκή αιμοσφαιρίνη με αποτέλεσμα την εμφάνιση μεθαιμοσφαιριναιμίας. Την αποφεύγουμε κατά τη διάρκεια του θηλασμού.