Δίανθος

banner-new
12 Απριλίου, 2023 in Άρθρα

Βέρατρο

Βέρατρο

Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι VERATRUM album (Ελλέβορος ο λευκός). Ανήκει στην οικογένεια των Λιλιϊδών. Στη χώρα μας το συναντούμε με τις ονομασίες βέρατρο το λευκό, ελλέβορος ο λευκός, λειρίδιο, στερόγιανι ή στερογιάννι.
Είναι φυτό της Κεντρικής και Νότιας Ευρώπης, της Βόρειας Ασίας , της Ιαπωνίας, των βόρειων περιοχών της Βόρειας Αμερικής.
Είναι διαδεδομένο κατά αποικίες, σε ορεινές περιοχές, υγρά λιβάδια, βοσκές. Στη χώρα μας δεν υπάρχει η ποικιλία του λευκού αλλά το λοβελιανό (lobelianum) το οποίο συναντούμε σε δάση της Μακεδονίας και ειδικότερα στο όρος της Πίνδου.
Πρόκειται για ένα ποώδες, πολύχρονο φυτό, με κονδυλώδες ρίζωμα, ευθύ, σαρκώδες, μέτρια χοντρό, που φέρνει τρίχωμα σε τούφα. Το στέλεχος είναι ανορθωμένο, χνουδωτό – κυρίως προς τα πάνω – γραμμωτό, με ύψος 1 με 1,5 μέτρο. Τα φύλλα είναι πολύ μεγάλα, πυκνά, ωοειδή τα οποία τυλίγουν τον βλαστό εναλλάξ. Μυτερά με ζωηρές επιμήκεις πτυχές και νευρώσεις κατά μήκος, χνουδωτά στην κάτω τους επιφάνεια, ελλειπτικά στο σχήμα στα κατώτερα. Τα άνθη σχηματίζουν στο άκρο του στελέχους ένα είδος τσαμπιού με μορφή σταχυού. Έχουν χρώμα ασπριδερό ή πρασινωπό.

Ιστορικά στοιχεία:
Το βότανο το χρησιμοποιούσαν στην αρχαιότητα ως δηλητήριο με το οποίο θανάτωναν τους εγκληματίες. Επίσης άλειφαν με αυτό τις μύτες των βελών. Το χρησιμοποιούσαν ως φάρμακο κατά της χολέρας.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε κείμενό του ο Δρ. Αθανάσιος Σιδέρης οι αρχαίοι φαίνεται πως χρησιμοποιούσαν το όνομα γενικά για το φυτό, του οποίου η επιστημονική ονομασία είναι veratrum album, τουλάχιστον ως τον 5ο αιώνα π.Χ. Τότε περίπου άρχισαν να χρησιμοποιούν ακόμα ένα φυτό με παρόμοιες ιδιότητες, εκείνο που σήμερα επιστημονικά ονομάζεται helleborus niger.
Ακριβώς για να τα ξεχωρίσουν από τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. αρχίζουν οι ονομασίες να διαφέρουν στα κείμενα, τα οποία άλλοτε μιλούν για «ελλέβορο λευκό» και άλλοτε για «ελλέβορο μέλανα». Και τα δυο φυτά φυτρώνουν μέχρι σήμερα στις πλαγιές πάνω από την Αντίκυρα. Ο λεγόμενος «μέλας» μάλιστα αποκαλείται από τους ντόπιους (τους ελάχιστους που ακόμα τον αναγνωρίζουν) «σκάρφη»! Η σκάρφη μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα χρησιμοποιούταν ως τοπικό επίθεμα για την αποτροπή των ανεπιθύμητων κυήσεων, δηλαδή για τεχνητές αποβολές. Οι ρίζες της επίσης χρησιμοποιούνταν σε πολύ ισχυρούς πονόδοντους, αλλά συνήθως με καταστρεπτικές συνέπειες, γιατί στη συνέχεια το δόντι στο οποίο είχε τοποθετηθεί σκάρφη, έπεφτε.
Το συσχετισμό του ελλέβορου με την Αντίκυρα κάνει πρώτος σε κείμενο ο Θεόφραστος, ο μαθητής του Αριστοτέλη και διάδοχός του στη διεύθυνση του Λυκείου (τέλη το 4ου αιώνα π.Χ.). Λέει ότι η καλύτερη ποικιλία λευκού ελλέβορου φυτρώνει στην Οίτη, αλλά ο καλύτερος μαύρος ελλέβορος προέρχεται από την Αντίκυρα και τον Ελικώνα. Η ύπαρξη και μιας δεύτερης Αντίκυρας στην περιοχή των Θερμοπυλών μπέρδεψε αρκετούς από τους κατοπινούς ιστορικούς και περιηγητές της αρχαιότητας που δεν είχαν άμεση γνώση της γεωγραφίας της περιοχής, όπως ο Στράβωνας και ο Πλίνιος. Έτσι ο Πλίνιος καταλήγει να πιστεύει ότι η Αντίκυρα είναι νησί φημισμένο για ένα φάρμακο που παρασκευάζει με βάση το μαύρο ελλέβορο.
Αναλυτικά στον ελλέβορο αναφέρεται και ο Διοσκορίδης, γιατρός και βοτανολόγος της εποχής του Νέρωνα. Ήταν ήδη γνωστό από τότε και επιβεβαιώνεται σήμερα ότι ο λευκός έχει εμετικές και ο μαύρος καθαρτικές ιδιότητες.
Τον μεσαίωνα το χρησιμοποιούσαν για την καταπολέμηση των παρασίτων.
Άλλοτε το βέρατρο το έδιναν ως εμετικό, δυνατό καθαρτικό και εφιδρωτικό, ενώ το χρησιμοποιούσαν εναντίον των ρευματισμών, της αρθρίτιδας και για φτερνιστικό. Τις αποξηραμένες ρίζες του φυτού τις έκαναν σκόνη και αποτελούσε ένα από τα πιο σημαντικά βότανα για καθαρισμό με εισπνοές. Μικρές ποσότητες της πούδρας εισπνέονταν από τα ρουθούνια. Αν η ποσότητα ήταν πολύ μπορούσε να προκαλέσει σοβαρή ρινική αιμορραγία. Το θεωρούσαν αναλγητικό, διουρητικό (για περιπτώσεις αρθρίτιδας) και καταπραϋντικό της καρδιάς. Το χρησιμοποιούσαν ακόμη για την κατάθλιψη.
Συστατικά-χαρακτήρας:
Το βέρατρο περιέχει δύο κύρια αλκαλοειδή πολύ τοξικά, τη βερατρίνη Α και Β. Το ρίζωμα του φυτού και ιδιαίτερα τα ριζίδια και τα εξωτερικά στρώματα της ρίζας περιέχουν 1,6% από αυτές τις ουσίες. Το φυτό περιέχει ακόμη πολλά αλκαλοειδή, όπως γερμερίνη, ζερβίνη, ζερβικό οξύ, ψευτοζερβίνη, βερατροσίνη, ένα γλυκοσίδιο (βερατραμαρίνη), άμυλο και γόμα.

Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Τα άνθη του φυτού εμφανίζονται τα καλοκαίρι, Ιούνιο και Ιούλιο. Χρησιμοποιείται το ρίζωμα του φυτού το οποίο συλλέγεται Σεπτέμβριο και Οκτώβριο.

Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Τα αλκαλοειδή που περιέχει το φυτό το κάνουν δριμύ ναρκωτικό και πολύ ισχυρό δηλητήριο. Η θανατηφόρος δόση για τον άνθρωπο είναι 1 με 2 γραμμάρια σκόνης ριζώματος. Γενικά αποφεύγεται η εσωτερική του χρήση. Η θεραπευτική δόση του βοτάνου είναι παραπλήσια με την δηλητηριώδη δόση, πράγμα που κάνει πολύ δύσκολη την πρακτική χρήση του.
Η θεραπευτική χρήση του βάμματος του φυτού μειώνει πολύ την πίεση του αίματος. Σήμερα το βότανο χρησιμοποιείται κύρια για την απομόνωση των αλκαλοειδών (κυρίως της προβερατρίνης Α και Β) που χρησιμοποιούνται στις βαριές περιπτώσεις υπέρτασης, όταν τα άλλα σκευάσματα δεν είναι αποτελεσματικά. Το χρησιμοποιούν εναντίον της μυασθένειας και της προοδευτικής μυϊκής δυστροφίας. Μόνο όμως υπό της παρακολούθηση ιατρού.
Στην ομοιοπαθητική ο λευκός ελλέβορος χρησιμοποιείται για την αρτηριακή πίεση που είναι πολύ χαμηλή και επίσης για την κατάθλιψη, τη βρογχίτιδα, την ισχιαλγία, τη διάρροια και τους νευρόπονους.
Επίσης ως ομοιοπαθητικό φάρμακο δίνεται σε υπερδιέγερση νοητική και σωματική (υπερκινητικότητα). Σε αναπτυγμένη ευφυΐα, έντονη τάση για προσωπική προβολή, καταπιεσμένη σεξουαλικότητα. Σε μεγάλη επιθυμία για αλάτι, λεμόνι, παγάκια. Σε πεπτικό σύστημα που αντιδρά βίαια (ρουκετοειδείς έμετοι, διάρροια). Σε κρύα παγωμένα άκρα, αδυναμία, κολάπσους, χλωμός (μπλάβιασμα). Σε προεμμηνορυσιακό σύνδρομο και σε έντονους κοιλιακούς πόνους. Σε μη αρμονικές κινήσει και σε επηρεασμό του νευρικού συστήματος.
Υπό μορφή σκόνης και εγχύματος χρησιμοποιείται ενάντια στα παράσιτα στο δέρμα των ζώων.

Παρασκευή και δοσολογία:
Εσωτερικά λαμβάνεται σε σκόνη. Ημερήσια δόση 0,03 έως 0,1 γραμμάριο ή σε βάμμα 10-30 σταγόνες. Εξωτερικά σε σκόνη χρησιμοποιείται κατά της νευραλγίας, κατά των ρευματικών πόνων, κατά της φαγούρας, της ποδάγρας και κατά της φθειρίασης σε ημερήσια δοσολογία 0,20-0,50 γραμμάρια σε 30 γραμμάρια χοιρινού λίπους.

Προφυλάξεις:
Εσωτερικά αποφεύγεται η χρήση του γιατί είναι πολύ δηλητηριώδες. Η σκόνη του ριζώματος όταν εισπνευστεί προκαλεί βίαια φτερνίσματα, ενώ όταν καταποθεί προκαλεί έκκριση σάλιου και καούρες στο στομάχι.

Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την Πολιτική Απορρήτου μας.
Συμφωνώ