Δίανθος

banner-new
12 Απριλίου, 2023 in Άρθρα

Ερύγγιο

Dipartimento di Scienze della Vita, Università di Trieste - Progetto Dryades - Picture by Andrea Moro - Alpi Carniche, San Pietro in Carnia., UD, FVG, Italia, - Image licensed under a Creative Commons Attribution Non Commercial Share-Alike 3.0 License

Ερύγγιο

Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι ERYNGIUM ssp (Ερύγγιο ή Ηρίγγιο) και ανήκει στην οικογένεια των Σκιαδανθών.
Το Ερύγγιον ή Ηρύγγιον είναι φυτό δικυτιλήδονο και ανήκει στην οικογένεια των Σκιαδοφόρων (Umbelliferae). Τα Σκιαδοφόρα ανήκουν στην τάξη των Σκιαδανθών (Umbellifforae) και περιλαμβάνουν περίπου 300 γένη, με 3.000 είδη. Διαιρούνται σε τρεις υποοικογένειες, από τις οποίες μεγαλύτερη και σπουδαιότερη είναι τα Απιοειδή (Apioideae).
Εξαπλώνονται κυρίως στις εύκρατες περιοχές και στα βουνά των τροπικών χωρών και αρκετά από αυτά καλλιεργούνται ως λαχανικά, αρτυματικά ή φαρμακευτικά. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της οικογένειας αυτής είναι η παρουσία αιθέριων ελαίων σε πολλά φυτά. Στην οικογένεια αυτή ανήκουν αρκετά φαρμακευτικά φυτά και μερικά πολύ δηλητηριώδη.
Το Ερύγγιον αριθμεί 23 είδη στις εύκρατες και τις θερμές χώρες, γνωστά με το γενικό όνομα «αγκάθια». Πρόκειται για πόες μονοετείς ή πολυετείς, με βλαστό και φύλλα ακανθωτά και σκληρά και άνθη λευκά ή γαλάζια, τα οποία εμφανίζονται σε πυκνά κεφάλια, έχουν ακανθωτό περίβλημα και ο δίσκος των έχει λέπια. Ο καρπός των είναι σκεπασμένος με μεμβράνη με λέπια.
Τα κυριότερα είδη του Ερύγγιου είναι τα εξής:
1) Ερύγγιον το άλπειον (Eryngium alpinum): Τα αγκάθια του είναι μόλις αισθητά και καλλιεργείται στους κήπους ως καλλωπιστικό.
2) Ερύγγιον το πεδινόν (Eryngium campestis): Είναι γνωστό ως «αγκαθιά», μοσχάγκαθο, της αγάπης το βοτάνι κλπ. Αποτελούσε τη βάση των αφροδισιακών παρασκευασμάτων στην αρχαία Κόρινθο. Στις εναπομείνασες μέσα στο χώμα ρίζες του ευδοκιμεί από τον Οκτώβριο μέχρι τον Ιανουάριο ένα εξαιρετικό μανιτάρι το Pleurotus eryngii, ο αρνακίτης ή αρνακιά. Όταν ο βλαστός αποξηραίνεται, ο άνεμος κεριζώνει εύκολα το φυτό και το κυλά στο χώμα, εξ ου και το γαλλικό του όνομα «κυλιόμενο αγκάθι».
3) Ερύγγιον το αγαβόφυλλον (Eryngium agavifolium)
4) Ερύγγιον το αμέθυστον (Eryngium amethystinum).
5) Ερύγγιον το τριμερές (Eryngium tripartitum).
6) Ερύγγιον το κρητικό (Eryngium creticum) γνωστό και με το όνομα Σφαλάγκαθο.
7) Ερύγγιον το παράλιον (Eryngium maritimum). Ο προσδιορισμός maritimum στην λατινική ονομασία του ηρύγγιου αναφέρεται στο θαλασσινό φυσικό του περιβάλλον. Οι νεαροί ανθοφόροι βλαστοί τρώγονται μέχρι τις ημέρες μας. Αφού αποφλοιωθούν, βράζονται και σερβίρονται με ελαιόλαδο, ξύδι και σκόρδο ή μαγειρεύονται με αυγά ή αρνί. Η ρίζα όταν ψηθεί έχει γεύση κάστανου.
Το Ερύγγιον το παράλιον (Eryngium maritimum) απαντά ως αυτοφυές στις παραλίες της Ελλάδος και των άλλων παραμεσογείων χωρών. Είναι φρύγανο μικρού μεγέθους (ύψους 0,20-,30 μ. περίπου), με φύλλα αγκαθωτά, χρώματος ασημοπράσινου ή κυανοπράσινου, γι’ αυτό και το φυτό είναι κοινώς γνωστό ως «γαλανόχορτο». Αποτελεί ένα σπάνιο είδος και κόσμημα των παραλιών της Ελλάδος και καλόν είναι να το γνωρίσουμε, να το αγαπήσουμε και να το προστατεύσουμε, για να το κληροδοτήσουμε και στις επόμενες γενεές.

Ιστορικά στοιχεία:
Το φυτό ήταν γνωστό στους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους. Ο Θεόφραστος και ο Διοσκουρίδης αποκαλούσαν το φυτό «ηρύγγιον». Ο Διοσκουρίδης μας πληροφορεί, ότι όταν είναι μικρό, νέο και τρυφερό λαχανεύεται. Επίσης το συνιστά ως φάρμακο, το οποίο βοηθάει στην αποβολή των αερίων του πεπτικού συστήματος, ακριβώς δε σε αυτή του την ιδιότητα οφείλει και την ονομασία του. Θεωρούσε επίσης το Eryngium maritimum ωφέλιμο σε πρηξίματα.
Ο Πλίνιος αναφέρει ότι οι αρχαίοι Έλληνες έτρωγαν ωμά ή βραστά τόσο τα στελέχη του φυτού όσο και τις ρίζες του.
Η ονομασία «ηρύγγιον, τό» ή «ερύγγιον, τό» προέρχεται από το ρήμα «ερυγγάνω», κοινός πεζός και Αττικός τύπος του ρήματος «ερεύγομαι» και «ρεύγομαι», που σημαίνει: «εκπέμπω διά του στόματος αέρα εκ του στομάχου». (H. Liddle-R. Scott, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσας), τ. 2 (άνευ τόπου και χρον. εκδόσεως), σ. 320
Από το ρεύγομαι προέρχεται το νεοελληνικόν «ρέψιμο, το». Το πολύ μικρό, ωραίο και χαρακτηριστικό φρύγανο φύεται στις πολυσύχναστες ελληνικές τουριστικές παραλίες, εκτεθειμένο σε πολλούς κινδύνους. Η πλειοψηφία των τουριστών-Ελλήνων και αλλοδαπών- δεν το αναγνωρίζουν, γι’ αυτό δεν το προσέχουν και το ποδοπατούν, με συνέπεια να απειλείται το είδος και να κινδυνεύει να ελαττωθεί ή και να εξαφανισθεί.
Επίσης κατά τις εργασίες καθαρισμού των παραλιών στην αρχή της τουριστικής περιόδου, συμβαίνει να μην αναγνωρίζεται η σημασία του και να καταστρέφεται, ως κάτι το ενοχλητικό και το κακό. Άλλοι πάλι επισκέπτες συνηθίζουν να το συλλέγουν και να το παίρνουν ως ενθύμιο. Για όλους τους ανωτέρω λόγους το είδος αυτό απειλείται πολλαχώς και οφείλουμε να το προστατεύσουμε, για να διατηρηθεί και στο μέλλον.
Στην Κρήτη υπάρχει το Ηρύγγιον το κρητικό που ονομάζουν Σφαλάγκαθο ή Σφαλαγκάθι. Οι κρητικοί μάζευαν τους τρυφερούς βλαστούς του φυτού μαζί με άλλα χόρτα και τα λαχάνευαν.

Συστατικά-χαρακτήρας:
Η γλυκό και μαλακτικό χόρτο. Η ρίζα του φυτού περιέχει σαπωνίνες.

Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Το φυτό ανθίζει τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούμε τη ρίζα (κύρια) και το ανθισμένο φυτό. Συλλέγεται την εποχή της ανθοφορίας.

Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Το Ερύγγιο δρα ως διουρητικό. Το συμπυκνωμένο αφέψημα του φυτού δρα εναντίον της νεφρολιθιάσεως, για την απομάκρυνση των χλωριούχων από το αίμα και εναντίον ορισμένων δερματικών νόσων.
Το Ερύγγιο το παράλιο που ευδοκιμεί στις αμμώδεις παραλίες της χώρας μας χρησιμοποιείται σε ένα ολόκληρο φάσμα ουρικών καταστάσεων. Είναι διουρητικό, χωρίς όμως να προκαλεί έντονη αποβολή υγρών από τον οργανισμό. Χρησιμοποιείται περισσότερο για τους νεφρόλιθους και την άμμο στα νεφρά (ψαμμίαση), ιδιαίτερα όταν υπάρχει περιορισμός της ροής των ούρων. Καταπραΰνει τον κολικό που οφείλεται σε προβλήματα του ουροποιητικού και μειώνει την αιμορραγία. Βοηθά σε περιπτώσεις κυστίτιδας, ουριθρίτιδας και διόγκωσης και φλεγμονής του προστάτη αδένα.

Παρασκευή και δοσολογία:
Η ρίζα του φυτού παρασκευάζεται ως αφέψημα. Ρίχνουμε 1-2 κουταλιές του τσαγιού ρίζα σε ένα φλιτζάνι νερό και το σιγοβράζουμε σκεπασμένο για 10 λεπτά. Το ρόφημα το πίνουμε τρεις φορές την ημέρα.
Υπό μορφή βάμματος λαμβάνουμε 1-2 ml βάμματος τρεις φορές την ημέρα.

Προφυλάξεις:
Μερικά από τα 23 είδη του φυτού προκαλούν τοξικές αντιδράσεις. Να μην ξεπερνούμε τη συνιστώμενη δόση του βοτάνου.

Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με την Πολιτική Απορρήτου μας.
Συμφωνώ