Λακτούκα η τοξική
Λακτούκα η τοξική (αγριομάρουλο)
Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι LACTUCA virosa (Θρίδαξ η τοξική) και ανήκει στην οικογένεια των Συνθέτων.
Είναι διετές φυτό το οποίο φτάνει σε ύψος τα 2 μέτρα. Στέλεχος άκαμπτο και φυλλώδες, καστανωπό, ενίοτε αγκαθωτό στη βάση. Περιέχει γαλακτώδη χυμό. Φύλλα εναλλασσόμενα, λεία, πρασινοκίτρινα, επιμήκη, ενίοτε έλλοβα, ελαφρώς ακανθωτά στην κορυφή τους, πολύ αγκαθωτά στην κεντρική νεύρωση. Ανθοταξίες κεφάλια υποκίτρινα, στενά, πολυάριθμα, διαταγμένα σε φόβη. Μοιάζει πολύ με την Lactuca seriola, για την οποία έχουμε γράψει παλιότερα, αλλά είναι φυτό πιο εύρωστο (σχεδόν διπλάσιο σε μέγεθος) και λίγο πιο διακλαδισμένο από την L.seriola..
Βρίσκεται σε όλη την κεντρική και βόρεια Ευρώπη. Φυτρώνει διάσπαρτα σε ξερά εδάφη και πετρώδεις πλαγιές.
Είναι ο «άγριος πρόγονος» του κηπευτικού μαρουλιού. Περιέχει ένα ισχυρό γαλακτώδες κόμμι το οποίο ονομάζεται συχνά «όπιο του μαρουλιού» και όχι τυχαία. Μοιάζει και μέχρι ενός σημείου δρα όπως το όπιο που αποστάζεται από την παπαρούνα.
Ιστορικά στοιχεία:
Βότανο γνωστό από την αρχαιότητα. Ο Θεόφραστος και ο Διοσκουρίδης αποκαλούσαν το μαρούλι Θριδακίνη και το αγριομάρουλο το ονόμαζαν Θρίδαξ η αγρία. Όταν ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αύγουστος αρρώστησε σοβαρά θεραπεύτηκε με το βότανο αυτό. Επειδή επέζησε χάρη στο φυτό έχτισε ένα ναό στον οποίον έστησε ένα άγαλμα που αναπαριστούσε το φυτό για να το τιμήσει.
Το βότανο είναι ο άγριος πρόγονος του μαρουλιού. Αν και σήμερα θεωρείται ασφαλές τρόφιμο, δεν ήταν πάντα έτσι.
Πριν την Βικτωριανή εποχή το θεωρούσαν παυσίπονο και ηρεμιστικό βότανο.
Όταν παρουσιάστηκαν οι πρώτες βρώσιμες ποικιλίες του φυτού ο κόσμος αντέδρασε με επιφύλαξη. Σαν τον τρόπο που θα αντιδράσουμε εμείς όταν παρουσιαστούν στο εμπόριο σαλάτες μαριχουάνας. Υπήρχαν φόβοι ότι το μαρούλι θα προκαλούσε ανικανότητα ή θα γεννιόντουσαν παιδιά με χαμηλότερη νοημοσύνη. Το θέμα ξεπεράστηκε με το χρόνο, αφού ο κόσμος ξέχασε τις θεραπευτικές ιδιότητες του φυτού.
Το όνομα Lactuca προέρχεται από την λατινική λέξη για το γάλα.
Τον 16ο αιώνα ο Γκέραρντ έγραφε ότι «το φυτό προκαλεί ύπνο, υποχωρεί τον πόνο, μειώνει γυναικεία προβλήματα και δρα κατά των δαγκωμάτων των σκορπιών και αραχνών».
Το κόμμι του μαρουλιού έχει χρησιμοποιηθεί σε αντιβηχικά μείγματα αντί του οπίου.
Το συνέλεγαν σε μπάλες γνωστές ως Λακτικάριουμ και τις χρησιμοποιούσαν όπως το όπιο. Το βότανο χρησιμοποιήθηκε τον 19ο αιώνα από τους γιατρούς, όταν δεν μπορούσαν να προμηθευτούν το όπιο. Μελετήθηκε εκτενώς από το Συμβούλιο της Φαρμακευτικής Εταιρείας της Μεγάλης Βρετανίας το 1911. Τότε ανακάλυψαν δύο ουσίες στις οποίες απέδωσαν τις ιδιότητες του φυτού. Την Λακτουκοπικρίνη και την Λακτουκίνη.
Ο αποξηραμένος γαλακτώδης χυμός του βοτάνου πουλιόταν άλλοτε στα φαρμακεία με το όνομα Lactucarium. Στην Κρήτη με την ονομασία αγριομάρουλο αποκαλούνται 4 φυτά ένα εκ των οποίων και το συγκεκριμένο, τον χυλό του οποίου με λάδι χρησιμοποιούσαν ως διουρητικό.
Συστατικά-χαρακτήρας:
Στο φυτό βρίσκουμε την γαλακτώδης ουσία (που περιέχει λακτουκικό οξύ, λακτουκοπικρίνη, λακτουκίνη, σεκριτερπένια, λακτόνη, φλαβονοειδή που περιέχουν κερκετίνη, κουμαρίνες, κικχορίνη και εσκουλίνη, ν-μέθυλο –β- φενεθυλαμίνη και 60% ελαστική ουσία που χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα ως εναλλακτική πηγή καουτσούκ) ίχνος αλκαλοειδούς, σίδηρο, βιταμίνες Α, Β1, Β2 και C. Το κόμμι έχει δριμεία οσμή, γεύση πικρή και ενέργεια προσόμοια με αυτή του οπίου.
Το φυτό αποτελείται από 94,93% νερό, 0,41% αζωτούχες ουσίες, 0,31% λιπαρές ουσίες, 2,19% κόμμι, άμυλο κλπ, 0,73% κυτταρίνη και 1,03% τέφρα.
Το αποτέλεσμα της κατάποσης του χυμού του φυτού είναι παρόμοιο με αυτό που προκαλεί το όπιο αν και δεν περιέχει οπιούχα συστατικά. Τα ενεργά συστατικά της ουσίας αυτής είναι η Λακτουκίνη είναι ένας υποδοχέας αδενοσίνης ενώ η Λακτουκοπικρίνη δρα ως αναστολέας της ακετυλοχολινεστεράσης. Τα συμπτώματα της χρήσης κρατούν από 30 λεπτά μέχρι λίγες ώρες.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Το βότανο ανθίζει από Ιούλιο μέχρι Σεπτέμβριο.
Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται τα φύλλα τα οποία συλλέγονται Ιούνιο ή Ιούλιο πριν ξεσποριάσει το φυτό.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Είναι φυτό τοξικό, υπνωτικό, ναρκωτικό, αναλγητικό, καταπραϋντικό.
Ο γαλακτώδης χυμός του αγριομάρουλου πουλιόταν κάποτε με την ονομασία «όπιο Αγριομάρουλου» η οποία δείχνει πολύ καλά τη χρήση αυτού του βοτάνου. Είναι πολύτιμο ίαμα για την αϋπνία, τη νευρικότητα και την υπερδιέγερση (ιδιαίτερα στα παιδιά), καθώς και άλλες εκδηλώσεις υπερδραστηριότητας του νευρικού συστήματος.
Χρησιμοποιείται ακόμη ως παυσίπονο, για την υστερία, μυϊκούς σπασμούς, κολικούς πόνους, επώδυνη έμμηνο ρύση, ενοχλητικό βήχα και επώδυνη πέψη.
Η χρήση του άγριου μαρουλιού σε μικροτραυματισμούς π.χ. πιάσιμο του χεριού σε πόρτα ή μικρά εγκαύματα είναι άμεσα αποτελεσματική.
Ως αντισπασμωδικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν μέρος της ολιστικής θεραπείας του κοκκύτη και γενικά του ξηρού ερεθιστικού βήχα. Ανακουφίζει του κολικούς των εντέρων και της μήτρας και έτσι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για επώδυνη εμμηνόρροια. Ανακουφίζει τους μυϊκούς πόνους που έχουν σχέση με τους ρευματισμούς. Μειώνει τους πόνους στις αρθρώσεις και στους μυώνες, αλλά δεν συνιστά θεραπεία των αιτίων που τους προκαλούν. Έχει χρησιμοποιηθεί ως αναφροδιασιακό. Το άγριο μαρούλι είναι ηρεμιστικό και δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η χρήση του μειώνει την σεξουαλική επιθυμία. Για τον λόγο αυτό παλιά λέγανε ότι προκαλεί ατεκνία. Ο φόβος αυτός όπως δεν έχει επιβεβαιωθεί επιστημονικά.
Συνιστάται σαν καταπραϋντικό στα αποχρεμπτικά σιρόπια. Τα έλαια και τα εκχυλίσματα που μπορούν να παραχθούν από το φυτό προστίθενται σε μίγματα που υποβοηθούν τον ύπνο. Έχει αναφερθεί η χρήση του ως γαλακταγωγό με ηρεμιστικά αποτελέσματα για το μωρό.
Συνδυάζεται άριστα για τον κοκκύτη με τον φλοιό Αγριοκερασιάς. Για την αϋπνία συνδυάζεται με τη Βαλεριάνα και τα άνθη Ανεμώνης.
Παλαιότερα χρησιμοποιούσαν πολύ το βότανο στη φαρμακευτική. Σήμερα χρησιμοποιείται σπάνια. Στην ομοιοπαθητική κατασκευάζουν ένα βάμμα από ολόκληρο το νωπό φυτό. Το χρησιμοποιούν για λαρυγγίτιδα, τραχειίτιδα συνοδευόμενη από πολύ δυνατό βήχα, βρογχίτιδα, άσθμα, παθήσεις των οδών του ουροποιητικού συστήματος.
Σήμερα χρησιμοποιείται σε σαπούνια, σαμπουάν και άλατα μπάνιου.
Παρασκευή και δοσολογία:
Παρασκευάζεται ως έγχυμα. Ρίχνουμε ένα φλιτζάνι βραστό νερό σε 1-2 κουταλιές του τσαγιού φύλλα του βοτάνου και το αφήνουμε σκεπασμένο για 10 – 15 λεπτά. Σουρώνουμε και πίνουμε μέχρι τρεις φορές την ημέρα.
Προφυλάξεις:
Η κύρια χρήση του βοτάνου είναι η παυσίπονη. Όπως όλα τα παυσίπονα χρειάζεται προσοχή στη λήψη του. Δεν θα ήταν ευχάριστο σε κανένα να πρέπει να εισαχθεί για απεξάρτηση από το αγριομάρουλο. Να μην ξεχνάμε άλλο πράγμα η σωστή χρήση και άλλο η υπερδοσολογία και η κατάχρηση.