Description
Φυτολάκκα
Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι PHYTOLACCA Americana (Φυτολάκκα η αμερικανική) και η κοινή του ονομασία είναι Φυτολάκκα ή Μαυροστάφυλο. Η Φυτολλάκα είναι φυτό που εισήγαγαν παλαιότερα από τη Βόρειο Αμερική για τις ράγες του με τις οποίες χρωμάτιζαν το κρασί. Η μέθοδος αυτή σήμερα έχει απαγορευθεί.
Είναι μικρό δέντρο που φτάνει από 1-3 μέτρα. Οι βλαστοί του είναι λείοι και συχνά κοκκινωποί. Τα φύλλα του φτάνουν τα 10-40 εκατοστά, ωοειδή, έμμισχα, με άκρες ελαφρά αναδιπλωμένες. Τα φύλλα της είναι γνωστά ως «το γλυκό σπανάκι της Μαρτινίκας». Ταξιανθίες 10-15 εκατοστών, βοτρυόμορφες, με μικρά άνθη 5 χιλιοστών, λευκά και 10 στήμονες. Ράγες μπλε μαύρες, γυμνές γυαλιστερές, στρογγυλές, ελαφρά πεπλατυσμένες. Οι ράγες του φυτού στην αρχή είναι πράσινες που γίνονται λευκές πριν πάρουν το γνωστό μπλε μαύρο χρώμα της ωρίμανσης τους. Η ρίζα του φυτού είναι λευκή, χοντρή σε σχήμα της ρίζας του καρότου (μεγαλύτερη όμως σε μέγεθος), μεγαλώνει βαθιά και απλώνεται οριζόντια.
Όλα τα μέρη του φυτού είναι λίγο πολύ δηλητηριώδη, συμπεριλαμβανομένων και των σπόρων. Παρ’ όλα αυτά μερικά ωδικά πτηνά τρώνε άφοβα τις ράγες του φυτού, χωρίς να παθαίνουν τίποτα. Στη συνέχεια αποβάλουν τους σπόρους διασκορπίζοντας τους στην περιοχή για να αναπτυχθεί το φυτό ακόμη περισσότερο.
Ιστορικά στοιχεία:
Στην Αμερική οι ιθαγενείς την αποκαλούσαν «ποκόν» και τη χρησιμοποιούσαν με δύο κυρίως τρόπους. Ως εμετικό και εξωτερικά για δερματικές νόσους. Οι ινδιάνοι Ντέλαγουερ τη θεωρούσαν καρδιακό τονωτικό και στην Βιρτζίνια ως ισχυρό καθάρσιο. Ακόμη και σήμερα οι ινδιάνοι Απαλλάχια μασούν τους σπόρους και τις ράγες για την αρθρίτιδα και για δραστικό καθαρτικό, παρά το γεγονός ότι το νωπό φυτό είναι πολύ τοξικό.
Αυτός είναι βέβαια και ο λόγός που απαγορεύθηκε στη χώρα μας η χρήση των ραγών του φυτού για το χρωματισμό των κρασιών.
Παρά το γεγονός ότι οι σπόροι είναι εξαιρετικά τοξικοί, σε διάφορα μέρη του κόσμου οι καρποί συχνά μαγειρεύονται σε ένα ζελέ ή πίτα. Φαίνεται ότι το μαγείρεμα εξουδετερώνει την τοξικότητα του φυτού. Σε μερικά μέρη τρώνε τα φύλλα μετά από διαδοχικό ζεμάτισμα, καθώς και τους βλαστούς που λευκαίνονται μετά από διαδοχικές πλύσεις και καταναλώνονται ως υποκατάστατο σπαραγγιών.
Στην Κρήτη συναντούμε το φυτό ιδιαίτερα στα κεντρικά και Δυτικά του νησιού μας. Στα παλαιότερα χρόνια τα Κρητικόπουλα χρησιμοποιούσαν τον χυμό των καρπών αντί για μελάνι για να γράφουν.
Συστατικά-χαρακτήρας:
Στο βότανο βρίσκουμε τριτερπενικές σαπωνίνες (φυτολακοσίδη, φυτολακαγενίνη, τζαλιγονικό οξύ, εσκουλεντικό οξύ, φυτολακαγενικό οξύ, ολεανολικό οξύ), τριτερπανικές αλκοόλες (α-σπιναστερόλη), φυτολακατοξίνη, κανθομικρόλη, αστραγαλίνη, πρωτεΐνες, καρυοφυλλένιο, λεκτίνες, τανίνη, άμυλο και μυρμηκικό οξύ.
Περιέχει, πρωτεΐνες 31%, λίπος 4,8%, υδατάνθρακες 44%, ασβέστιο, φώσφορο, σίδηρο, βιταμίνες (βιταμίνη Α, θειαμίνη, ριβοφλαβίνη, νιασίνη).
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιείται κύρια η ρίζα την οποία συλλέγουμε στα τέλη του Φθινοπώρου ή την Άνοιξη. Την καθαρίζουμε και την σχίζουμε κατά μήκος πριν την ξηράνουμε. Χρησιμοποιούνται όμως τα τελευταία χρόνια και τα φύλλα του φυτού.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Δρα ως αντιρρευματικό, διεγερτικό, αντικαταρροϊκό, καθαρτικό, εμετικό.
Μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε σε πολλές περιπτώσεις σε συνδυασμό με άλλα βότανα με καλά αποτελέσματα. Θεωρείται ίαμα για τις λοιμώξεις του ανωτέρου αναπνευστικού συστήματος γιατί σταματά την καταρροή και βοηθά τον καθαρισμό των λεμφικών αδένων. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καταρροή, αμυγδαλίτιδα, λαρυγγίτιδα, αδενίτιδα, παρωτίτιδα κ.α.. Είναι πολύτιμη για τα λεμφικά προβλήματα που εκδηλώνονται σε άλλα σημεία του σώματος και ιδιαίτερα για τη μαστίτιδα, όπου μπορεί να χρησιμοποιηθεί εσωτερικά ή εξωτερικά ως κατάπλασμα. Για τα λεμφικά προβλήματα μπορεί να συνδυασθεί με γάλιο ή ίριδα.
Είναι χρήσιμη για τους ρευματισμούς, ιδιαίτερα όταν είναι χρόνιοι, γιατί προκαλεί απέκκριση από τους ιστούς. Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε ότι θέλει προσοχή στη δόση γιατί αν πάρουμε πολύ δρα ως ισχυρό καθαρτικό και εμετικό. Εξωτερικά σαν λοσιόν ή αλοιφή μπορεί να βοηθήσει για να απαλλάξει το δέρμα από την ψώρα, έκζεμα, μολύνσεις από μύκητες και άλλα παράσιτα.
Οι ρίζες του φυτού χρησιμοποιούνται στην ομοιοπαθητική.
Τα φύλλα της Φυτολάκκα έχουν κυρίως λιποδιαλυτική και εν μέρει διουρητική δράση. Μπορεί η ιδιότητά τους αυτή να βοηθήσει ανθρώπους με έντονο πρόβλημα τοπικού πάχους.
Σήμερα γίνονται έρευνες για την δράση των φύλλων κατά των ιών, την αντιιική δράση της πρωτεΐνης και κατά του AIDS. Ερευνούν ακόμη τη δράση του ολεανολικού οξέως κατά του καρκίνου και τη δράση του εκχυλίσματος της ρίζας κατά διαφόρων τύπου καρκίνους και λευχαιμία.
Παρασκευή και δοσολογία:
Η ρίζα παρασκευάζεται ως αφέψημα. Χρησιμοποιούμε μόνο μικρές ποσότητες από το βότανο. Ρίχνουμε ¼ έως ½ κουταλάκι του γλυκού σε ένα φλιτζάνι νερό και το σιγοβράζουμε για 10-15 λεπτά. Το ρόφημα πίνεται τρεις φορές την ημέρα.
Υπό μορφή βάμματος λαμβάνουμε το πολύ 1 ml (20 σταγόνες) για την οξεία συμφόρηση της λέμφου και λοίμωξη που προκαλείται από μαστίτιδα, αμυγδαλίτιδα, οστρακιά και αδενικό πυρετό.
Τα φύλλα παρασκευάζονται ως έγχυμα. Ρίχνουμε σε μισό κουταλάκι ξηρό βότανο ένα φλιτζάνι βραστό νερό και το αφήνουμε σκεπασμένο για 10 λεπτά. Σουρώνουμε και πίνουμε πρωί και βράδυ.
Προφυλάξεις:
Όλα όμως τα μέρη του φυτού είναι λίγο έως πολύ δηλητηριώδη και είναι καλό να αποφεύγουμε να τα τρώμε.
Καλό είναι για λόγους προφύλαξης να μην έχουμε στον κήπο μας το βότανο αυτό αν έχουμε μικρά παιδιά. Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται από εγκύους.
Άρθρο του Σάκη Κουβάτσου στα Χανιώτικα Νέα