Description
Εστραγκόν
Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Artemisia dracunculus (Αρτεμισία η δρακόντια) και ανήκει στην οικογένεια των Συνθέτων. Το Εστραγκόν προέρχεται από την ανατολική Ευρώπη. Θεωρείται ως ένα από τα πλέον χρήσιμα μαγειρικά βότανα. Έχει άρωμα ζεστό και λεπτό με ένα πικάντικο πικρό τσίμπημα. Το συναντούμε σε ποταμούς, ρυάκια, λιβάδια και αποξηραμένα εδάφη, με τις ονομασίες τραχούρι, αψίνθιο το δρακόντιο, δρακόντι, εστραγκόν, ταραγκόν.
Η αγγλική ονομασία του φυτού Τάραγκον είναι παραφθορά του γαλλικού Εστραγκόν το οποίο με τη σειρά του ανάγεται στο λατινικό Dranculus(μικρός δράκοντας).
Είναι πολυετής ποώδης θάμνος το ύψος του οποίου κυμαίνεται από 80 έως 120 εκατοστά. Τον χειμώνα επιζεί μόνο το ριζικό του σύστημα, που αποτελείται από την κεντρική ρίζα και πολλές οριζόντιες διακλαδώσεις που παίρνουν τη μορφή ριζωμάτων. Τα φύλλα είναι άμισχα, λογχοειδή (φτάνουν σε μήκος τα 10 εκατοστά), με λεία χείλη και πράσινα γυαλιστερά (η κάτω επιφάνεια του φύλλου είναι πιο γυαλιστερή από την άνω). Εκφύονται εναλλάξ υπό γωνία 120 μοιρών.
Ο βλαστός έχει εντεριώνη στο κέντρο και όσο χρόνο είναι τρυφερός έχει χρώμα καφέ-κοκκινωπό. Τα άνθη είναι μικρά, κίτρινου χρώματος ή πολύ ξανθού πράσινου, σε ταξιανθία σφαιρικής φόβης, τα οποία σπάνια ανοίγουν πλήρως και εμφανίζονται τέλος καλοκαιριού. Ο καρπός είναι αχαίνιο.
Υπάρχουν δύο ποικιλίες του βοτάνου, το ρωσικό και το γαλλικό. Το ρωσικό εστραγκόν με καταγωγή από την Σιβηρία, θεωρείται το αρχικό φυτό από το οποίο προήλθε η γαλλική ποικιλία. Το άρωμα του ρωσικού υστερεί σε οξύτητα σε σχέση με το γαλλικό. Γενικά η γαλλική ποικιλία θεωρείται ανώτερη. Τα άνθη της ρώσικου είναι ερμαφρόδιτα και επικονιάζονται με τον αέρα. Τα άνθη του γαλλικού είναι στείρα και ο πολλαπλασιασμός του φυτού επιτυγχάνεται με διαίρεση της ρίζας που γίνεται συνήθως Μάρτιο-Απρίλιο.
Το εστραγκόν είναι ένα βότανο αρωματικό που χρησιμοποιήθηκε σε πολλές παραδοσιακές συνταγές. Τα φύλλα του είναι εδώδιμα και ωμά προστίθενται στις σούπες για άρωμα. Οι νέοι βλαστοί του φυτού μαγειρεύονται σαν λαχανικό.
Θεωρείται σημαντικό λόγω της ευεργετικής επίδρασης του βοτάνου στην πέψη και χρησιμοποιείται συχνά σε λαδερές τροφές.
Είναι ένα από τα καλύτερα αρωματικά ξυδιού και μουστάρδας.
Είναι βασικό συστατικό του fine herbes που περιέχει εστραγκόν, μυρώνι, μαϊντανό και σχοινόπρασο που χρησιμοποιείται σε ομελέτες και σάλτσες.
Έχει πάρα πολλές εφαρμογές στη μαγειρική για σάλτσες κρεατικών και ψαριών, βρασμένα λαχανικά, αυγά, κοτόπουλο, μοσχάρι, χυμό τομάτας, μαγιονέζα, πράσινες σαλάτες, μανιτάρια, συκωτάκια πουλιών , παγωτά, φρουτοσαλάτες, πεπόνι κ.α. Πρέπει όμως να βάζουμε λίγα φύλλα του φυτού, διαφορετικά η ισχυρή του γεύση μπορεί να κυριαρχήσει στο πιάτο. Το εστραγκόν δεν ταιριάζει με άλλα μυρωδικά με μόνη ίσως εξαίρεση το λεμόνι και τα μικρά κρεμμυδάκια.
Το αποξηραμένο φυτό στη μαγειρική είναι αποδεκτό μόνον όταν δεν έχουμε διαθέσιμο το φρέσκο.
Χρησιμοποιήστε την μισή ποσότητα αποξηραμένου εστραγκόν για κάθε ακέρια ποσότητα φρέσκου. Το προσθέτουμε στο φαγητό μας μόνο προς το τέλος του μαγειρέματος, γιατί παρατεταμένο μαγείρεμα του προσδίδει πικρή γεύση και χάνεται το άρωμα του.
Ιστορικά στοιχεία:
Είναι βότανο γνωστό από τα αρχαία χρόνια.
Οι Ρωμαίοι το έβαζαν πάνω σε πληγές από δαγκώματα φιδιών.
Τον Μεσαίωνα το εστραγκόν ονομαζόταν Τραγκόνια ή Τάρχον που μάλλον είναι αραβικής προέλευσης. Η προέλευση του αραβικού ονόματος μάλλον προέρχεται από το ελληνικό Δράκος (φίδι). Προφανώς το φυτό συνδέθηκε με τον ονομασία δράκος λόγω του σχήματος της ρίζας του και υπήρχε διαδεδομένη πεποίθηση πως το εστραγκόν όχι μόνο απέκρουε τα φίδια και τους δράκους, αλλά επίσης πως θεράπευε τα δαγκώματά τους.
Το μίγμα των χυμών εστραγκόν και μάραθου ήταν δημοφιλές ποτό για τους βασιλείς της Ινδίας. Στην Αγγλία έφτασε κατά τη Βασιλεία του Ερρίκου του 8ου , ο οποίος όπως λέγεται χώρισε την Αικατερίνη της Αραγονίας επειδή χρησιμοποιούσε απερίσκεπτα το εστραγκόν.
Στη λαϊκή ιατρική το χρησιμοποιούσαν για δαγκώματα ζώων και το θεωρούσαν φάρμακο για τον πονόδοντο. Στο Ιράν τα φύλλα του ρωσικού εστραγκόν τα έδιναν ως ορεκτικό στα άτομα που πάσχουν από ανορεξία.
Συστατικά-χαρακτήρας:
Τα φύλλα είναι πολύ αρωματικά, θυμίζουν γλυκόριζα.
και περιέχουν ιώδιο, βιταμίνες Α και C. Επίσης είναι μια εξαίρετη πηγή καλίου (μία κουταλιά περιέχει περίπου 145 μιλιγκράμ).
Τα φύλλα του γαλλικού εστραγκόν περιέχουν περίπου 2-3% αιθέριο έλαιο με κύρια συστατικά την εστραγκόλη (έως 80%) στην οποία οφείλεται το άρωμα του και την ισομερή με την εστραγκόλη ανηθόλη (10%). Τα φύλλα του ρωσικού περιέχουν 1% αιθέριο έλαιο και τα κύρια συστατικά του είναι σαμπινίνη (50%), μεθυλική ευγενόλη (30%), ελεμισίνη, ισοελεμισίνη και β- οκιμένη. Δεν περιέχει εστραγκόλη και για τον λόγο αυτό δεν έχει την γλυκιά μυρωδιά του γαλλικού εστραγκόν, τα φλαβονοειδή (κουερσετίν και πατουλετίν) που περιέχει του δίνουν την σκληρή και στυφή γεύση. Το αιθέριο έλαιο του γαλλικού είναι πιο ευώδες και έχει μεγαλύτερη εμπορική αξία από το αιθέριο έλαιο του ρωσικού εστραγκόν.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται τα άνθη τα φύλλα και οι νεαροί βλαστοί του φυτού. Ανθίζει από τον Ιούνιο έως τον Αύγουστο. Καταλληλότερη εποχή συγκομιδής θεωρείται όταν τα φυτά βρίσκονται στο στάδιο έναρξης της άνθησης.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Το βότανο δρα ως αντισκορβουτικό, διουρητικό, εμμηναγωγό, αντιπυρετικό, υπνωτικό, ανθελμινθικό και βοηθά σε προβλήματα πέψης και οδονταλγίας.
Το έγχυμα των φύλλων χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της δυσπεψίας, φουσκώματα, ναυτία και λόξυγκα.
Δρα ως ήπιο ηρεμιστικό και βοηθά σε ελαφρά προβλήματα αϋπνίας.
Έχει ήπιες ιδιότητες εμμηναγωγού και βοηθά σε καθυστέρηση περιόδου. Κατάπλασμα των φύλλων βοηθά σε ρευματισμούς, αρθρίτιδα, ποδάγρα και πονόδοντο. Το αιθέριο έλαιο χρησιμοποιείται για προβλήματα πέψης και έμμηνου ρύσης.
Το φυτό νωπό ή αποξηραμένο έχει την ιδιότητα να απωθεί τα έντομα.
Σήμερα χρησιμοποιείται ελάχιστα από τους βοτανοθεραπευτές και περισσότερο υιοθετείται ως ορεκτικό.
Παρασκευή και δοσολογία:
Για προβλήματα αϋπνίας ή υπερευαισθησίας, το βότανο παρασκευάζεται ως έγχυμα. Ρίχνουμε σε μισό κουταλάκι του τσαγιού ξηρό βότανο, ένα φλιτζάνι βραστό νερό, το σκεπάζουμε για 40 λεπτά και στη συνέχεια σουρώνουμε και το πίνουμε χλιαρό, μία ώρα πριν κοιμηθούμε.
Προφυλάξεις:
Αν και δεν έχει αναφερθεί τοξικότητα του βοτάνου, υπάρχει πιθανότητα η επαφή του δέρματος με τις ποικιλίες του βοτάνου να προκαλέσει δερματίτιδα ή άλλες αλλεργικές αντιδράσεις σε ορισμένους ανθρώπους. Δεν επιτρέπεται η χρήση του κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης.
*Άρθρο του Σάκη Κουβάτσου στα Χανιώτικα Νέα